Στο Οροπέδιο Λασιθίου, περνώντας τα γραφικά χωριά Αβδού και Γωνιές και ακολουθώντας τον στριφογυριστό δρόμο, σε απόσταση εφτά περίπου χιλιομέτρων, φτάνουμε στους δυτικούς πρόποδες του υψώματος Καρφί. Εκεί, ανάμεσα σε μια κοιλάδα κατάφυτη από δέντρα, στέκεται η Μονή Παναγίας Κεράς Καρδιώτισσας.

Η Μονή της Παναγίας Κεράς, εκτός από την απαράμιλλη φυσική και αρχιτεκτονική της ομορφιά, κουβαλάει και πολλές ιστορίες. Αν και δεν έχει εξακριβωθεί η χρονολογία ίδρυσης της Μονής, επίσημα έγγραφα αναφέρουν ότι ήταν μετόχι της Μονής Αγκαράθου. Η ονομασία της προέρχεται από την παλιά εικόνα της Παναγίας που φιλοτέχνησε ο Άγιος Λάζαρος (9ος αιώνας) και βρέθηκε σε εκείνη την περιοχή. Ίσως, η εικόνα να ήταν και ο βασικός λόγος της ίδρυσης του μοναστηριού. Σύμφωνα με ιστορικές μαρτυρίες, η εικόνα της Παναγίας μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη κατά την διάρκεια της εικονομαχίας, όμως από θαύμα επέστρεψε πίσω. Κατά την Ενετοκρατία, ένας έμπορος που έφτασε εκεί, πήρε την εικόνα και τη μετέφερε στη Ρώμη, αντικαθιστώντας την με κάποια άλλη εικόνα, επίσης θαυματουργή. 

Η Μονή είχε και ενεργό ρόλο κατά τη διάρκεια των κρητικών επαναστάσεων. Λόγω της γεωγραφικής της θέσης, αποτέλεσε το επαναστατικό κέντρο της Ανατολικής Πεδιάδας με αποτέλεσμα να δεχτεί πολλές καταστροφές από τις επιθέσεις των Τούρκων.

Εκτός από την πλούσια βλάστηση που θα συναντήσετε τόσο κατά τη διάρκεια της διαδρομής, όσο και στην ίδια τη Μονή, το μοναστήρι φημίζεται για την υπέροχη αρχιτεκτονική που συνδυάζει την πέτρα με το ξύλο και το πράσινο της φύσης. Σήμερα, η Μονή λειτουργεί ως γυναικείο μοναστήρι, οπότε εκτός από την εκκλησία της Παναγίας Κεράς θα συναντήσετε και τις εγκαταστάσεις της Μονής με τα κελιά, τις αποθήκες και τις αυλές που εξυπηρετούν τις ανάγκες των μοναχών. Αξίζει να αφιερώσετε χρόνο να θαυμάσετε, όχι μόνο την εξαιρετική θέα από τη Μονή, αλλά και τον διάκοσμο του μοναστηριού, εσωτερικό και εξωτερικό, καθώς οι τοιχογραφίες του Ναού χρονολογούνται από τον 14ο αιώνα. Οι τοιχογραφίες του ευαγγελικού κύκλου και της Δευτέρας Παρουσίας που βρίσκονται ανάμεσα στο μεσαίο και στο νότιο κλίτος, χρονολογούνται περίπου στα 1320.